ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

KPITIKH AΞIOΛOΓIΣH TΩN AITIΩN AΠOTYXIAΣ TOY ANAMENOMENOY  ΘEPAΠEYTIKOY AΠOTEΛEΣMATOΣ ΣE TYXAIO ΔEIΓMA 2000 OΣTEOΠOPΩTIKΩN AΣΘENΩN.

 

A. Γιατζίδης1, Ξ.Tσούκαλης1, Aναστασία Aποστολοπούλου1, B.Mαγιάσης2


1. MEDLAB IATPIKO INΣTITOYTO, Aθήνα.
2. ΔHMOTIKO ΠOΛYΪATPEIO ΔHMOY ΠEYKHΣ, Aθήνα

.

Σκοπός της ερευνητικής αυτής μελέτης είναι η εύρεση των λόγων που ένα ποσοστό εξεταζόμενων οστεοπορωτικών ασθενών παρά την παρακολούθηση από ιατρό, παρουσίασε μείωση της οστικής πυκνότητος.
Yλικό και Mέθοδος: Σε 2000 οστεοπορωτικούς ασθενείς, που παραπέμφθηκαν από τον ιατρό τους για εργαστηριακό έλεγχο, διενεργήθηκαν, σε διάστημα δύο ετών, μετρήσεις οστικής πυκνομετρίας ανά έτος με μηχάνημα LUNAR DPX-L και έλεγχος βιοχημικών δεικτών. Σε κάθε ασθενή αναπτύχθηκε βάση δεδομένων που περιελάμβανε: α) εξειδικευμένο ιατρικό ιστορικό όσον αφορά τα μεταβολικά νοσήματα β) τις ανά περιοχή μετρήσεις της οστικής πυκνότητος και τα αποτελέσματα τους και γ) το ποσοστό της ετήσιας οστικής απώλειας. Tο θεραπευτικό σχήμα που τυχόν ακολουθούσε κάθε ασθενής δεν αξιολογήθηκε. Στη συνέχεια ακολούθησε σύγκριση των αποτελεσμάτων των διαδοχικών μετρήσεων.
Aπό την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων διαπιστώθηκε ότι:
Tο 57% παρουσίασε σταθεροποίηση ή βελτίωση ενώ το  υπόλοιπο 43% των ασθενών εμφάνισε μείωση της οστικής πυκνότητας πέραν του φυσιολογικού στο διάστημα των δύο ετών. Σε αυτό το δεύτερο ποσοστό διενεργήθηκε ανάλυση των αιτίων μείωσης της οστικής πυκνότητας και προέκυψε ότι:
α) 22% των ασθενών δεν είχε κατανοήσει καλώς τις οδηγίες του θεράποντος με αποτέλεσμα να ακολουθούν πλημμελώς το θεραπευτικό σχήμα π.χ. όχι σωστή χρήση των ρινικών σκευασμάτων.
β) 12% των ασθενών είχε αδιάγνωστη δευτεροπαθή οστεοπόρωση και συνεπώς μη αντιμετωπιζόμενη.
γ) 14% των ασθενών εξακολούθησε να μην πληροί τις ημερήσιες ανάγκες ασβεστίου, παρά τις υποδείξεις του θεράποντος. Eπίσης αγνόησε να μεταβάλει την κινητική του δραστηριότητα.
δ) 17% των ασθενών εμφάνιζε ιδιαίτερα αυξημένους ρυθμούς οστικής απώλειας που δεν είχαν ληφθεί υπόψη.
ε) 28% των ασθενών περιόρισε την θεραπευτική αγωγή εξαιτίας των υποχρεωτικών περικοπών από τα ασφαλιστικά ταμεία.
στ) 7% των ασθενών δεν είχε εμφανή αίτια οστικής απώλειας.
Συμπέρασμα: H προσεκτική αντιμετώπιση των ασθενών με την λήψη πλήρους ιατρικού ιστορικού, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των εξετάσεων καθώς και οι σαφείς αναλυτικές οδηγίες όσον αφορά τον τρόπο και χρόνο, συνάμα με τον συνυπολογισμό όλων των παραμέτρων που καθορίζουν την εξέλιξη της νόσου, είναι εκ των ων ουκ άνευ για την ευδοκίμηση του θεραπευτικού αποτελέσματος. Eπιπλέον θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα από την πολιτεία διότι η ελλιπής φαρμακευτική κάλυψη των μεταβολικών νοσημάτων, λόγω περικοπών δαπανών, θα έχει δυσανάλογα μεγάλες κοινωνικο-οικονομικές συνέπειες από την αδυναμία τήρησης της σωστής θεραπευτικής αγωγής πχ. αύξηση αριθμού καταγμάτων, αύξηση ενδονοσοκομειακού κόστους.