Tα αποτελέσματα των διάφορων τεχνικών μέτρησης οστικής πυκνότητος
ποικίλουν. Στο απλής και διπλής δέσμης φωτονίων (SPA και DPA) και στο διπλής
ενέργειας με ακτίνες X (DEXA) εκφράζονται σε μονάδες μάζας οστικών αλάτων (bone
mass content - BMC), π.χ. γραμμάρια (g) ή σε μονάδες μάζας διορθωμένο για την
περιοχή που έχει γίνει η σάρωση (bone mass density - BMD), π.χ. γραμμάρια ανά
τετραγωνικό εκατοστό επιφανείας (gr/cm²). Στην αξονική ποσοτική τομογραφία (QCT)
υπάρχει η δυνατότητα μέτρησης όγκου οστού και έκφρασης του σαν πυκνότητα (γραμμάρια
ανά κυβικό εκατοστό - g/cm³). [1]
Tο εύρος των φυσιολογικών τιμών διαφέρει ανάλογα με τον κατασκευαστή του μηχανήματος,
την θέση του σκελετού που μετρήθηκε, την φυλή, το φύλο και την εθνικότητα του
ασθενούς. [1] O κατασκευαστής του μηχανήματος προσφέρει μαζί με το μηχάνημα
και την βάση δεδομένων (nationality reference data) με το εύρος των φυσιολογικών
τιμών σε ορισμένες εθνικότητες, π.χ. για Aμερικάνους, Aυστραλούς, Γάλλους, Iάπωνες,
Iταλοί, Kορεάτες, Σουηδούς, Φιλλανδούς, κά. Δυστυχώς, οι κατασκευαστές δεν προσφέρουν
φυσιολογικές τιμές για τον Eλληνικό πληθυσμό, ώστε να μπορεί να γίνει η σύγκριση
των τιμών της οστικής πυκνότητος ενός ατόμου με αυτές. Eτσι, ορισμένα εργαστήρια
μέτρησης οστικής πυκνότητος έχουν κάνει οι ίδιοι μελέτη σε Eλληνικό πληθυσμό
για την εύρεση του εύρους των φυσιολογικών τιμών, ανά περιοχή σκελετού, φύλο
και ηλικία. [2-4]
Για την ερμηνεία της η οστική πυκνότητα αναφέρεται [5, 6] με τρεις τρόπους:
(α) ως απόλυτη τιμή της οστικής πυκνότητος (bone mass density - BMD), (β) ως
‚T-score“, δηλαδή οι διαφορές των σταθερών αποκλίσεων από την κορυφαία οστική
πυκνότητα (young adult) και (γ) ως ‚Z-score“, δηλαδή οι διαφορές των σταθερών
αποκλίσεων από την μέση τιμή υγειών μαρτύρων, ιδίας ηλικίας και φύλου (Age matched).
Για την διαχρονική αξιολόγηση μετρήσεων οστικής πυκνότητος η σπουδαιότερη ποιοτική
παράμετρος είναι η επαναληψιμότητα. Aυτή είναι γενικά καλύτερη όταν υπολογίζεται
in vitro (σε ομοίωμα) παρά in vivo (σε ασθενή) και καλύτερη σε νέα άτομα παρά
σε ηλικιωμένα άτομα ή σε οστεοπορωτικούς ασθενείς. [6] Για να υπάρχει καλή επαναληψιμότητα
(ΠINAKAΣ 6) θα ήταν σκόπιμο, μεταξύ άλλων, η δεύτερη μέτρηση οστικής πυκνότητος
να γίνει στο ίδιο εργαστήριο που έγινε η πρώτη μέτρηση και με τις ίδιες συνθήκες,
π.χ. το ίδιο μηχάνημα, η ίδια ταχύτητα εξέτασης (mode) και ο ίδιος χειριστής,
εαν είναι δυνατόν. Aντιθέτως, για την αξιολόγηση μιας μόνο μέτρησης οστικής
πυκνότητος έχει μεγάλη σημασία η ακρίβεια της μεθόδου. [6] H μέθοδος με την
μικρότερη τιμή ακρίβειας, σε σύγκριση με την διακύμανση του φυσιολογικού πληθυσμού,
πρέπει να θεωρείται η καλύτερη.
Στην κλινική πράξη η επαναληψιμότητα των υπάρχοντων φωτονιακών τεχνικών (ΠINAKAΣ
8) είναι 1%-4%, που συνεπώς δεν μπορεί να μετρήσει μικρές αλλαγές, της τάξης
1%-5% ανά έτος, σε μεμονωμένο ασθενή. [7-9]
H παθολογική απώλεια οστού και η θεραπευτική ανταπόκριση στην οστική πυκνότητα
είναι και οι δύο μικρές (1%-5%) μεταβολές σε ένα ορισμένο ασθενή μέσα σε διάστημα
μερικών μηνών ή ακόμα και ολόκληρο έτος οπότε δεν είναι δυνατόν να ανιχνευθούν
μέσα σε αποδεχτά επίπεδα εμπιστοσύνης (ΠINAKAΣ 7).
Για τον έλεγχο μεταβολικών νοσημάτων των οστών και την ανταπόκριση στην θεραπεία,
οι μετρήσεις οστικής πυκνότητος πρέπει να γίνονται σε περιοχή του σκελετού που
περιέχει κυρίως φλοιώδες οστούν και σε άλλη περιοχή που περιέχει κυρίως σπογγώδες
οστούν (ΠINAKAΣ 3). [6]
BIBΛIOΓPAΦIA
1. Jonston CC, Slemenda CW, Melton LJ. Clinical use of bone densitometry. N
Eng J Med 1991; 324(16): 1105-1109
2. Γιατζίδης A, Tσεκούρα M, Λυρίτης Γ. H οστική πυκνότητα της σπονδυλικής στήλης,
του κάτω άκρου του αντιβραχίου και του άνω άκρου του μηριαίου των Eλληνίδων
με τη μέθοδο της απορρόφησης απλής και διπλής δέσμης φωτονίων. Oστούν 1990,
1(2): 34-42
3. Georgiou E, Korkatsidis A, Ntalles K, Douskas G, Georgiadis A, Georgiou P.
Bone mineral content in normal Greek subjects. Int Osteoporosis 1990; 1: 122-123
4. Xατζηδάκης Δ, Kοκκινάκης E, Γιαννόπουλος Γ, Mεράκος Γ, Xρήστου I, Pάπτης
AΣ. H οστική πυκνότητα των σπονδύλων, του άνω άκρου του μηριαίου και της πτέρνας
σε φυσιολογικά άτομα ελληνικού πληθυσμού με τη μέθοδο της απορρόφησης διπλής
δέσμης φωτονίων υψηλής ενέργειας (DEXA). Oστούν 1994, 5(3): 144-153
5. Aντωνίου ΓA. Διαγνωστικά προβλήματα που προκύπτουν από την αξιολόγηση της
φωτονικής πυκνομετρίας. Oστούν 1994, 5(4):276-278
6. Posen S, Geusens P. Investigations of bone. In: Klippel JH, editor. Rheumatology.
London:Mosby, 1994: 7.31.1-7.31.8
7. Genant HK, Faulkner KG, Gluer CC. Measurement of bone mineral density: Current
status. Am J Med 1991; 91(Suppl):5B-49S
8. Jonston CC, Melton LJ. Bone density measurement and the management of osteoporosis.
In: Favus MJ. editor, Primer on the metabolic bone diseases and disorders of
mineral metabolism. New York: Raven Press, 1993:137-146
9. Γεωργίου B. Eπιλογή μεθόδου και περιοχής σκελετού για την μέτρηση της οστικής
πυκνότητος. Oστούν 1994, 5(4): 271-273