H ερευνητική
ομάδα του MEDLAB λαμβάνοντας υπόψη της τα διαγνωστικά προβλήματα και ερωτήματα
που δημιουργούνται με τον τρόπο απεικόνισης των αποτελεσμάτων από όλα ανεξεραίτως
τα μηχανήματα μέτρησης οστικής πυκνότητος που κυκλοφορούν σήμερα, προσπάθησε
να απλοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο και καλύτερα τον τρόπο αυτό. Aξιοποιώντας
κατά τον πληρέστερο τρόπο τις δυνατότητες που παρέχει η πληροφορική δημιούργησε
μιά νέα μορφή παρουσίασης των αποτελεσμάτων. H νέα αυτή μέθοδος λόγω της πρωτοτυπίας
της έχει κατοχυρωθεί με δίπλωμα διεθνούς ευρεσιτεχνίας.
Συγκεκριμένα, μέχρι σήμερα όλα τα μηχανήματα οστικής πυκνότητας εξάγουν ένα
αποτέλεσμα σε σχέση με την ηλικία και το φύλο του ασθενούς, στο οποίο απεικονίζεται
η μέση οστική πυκνότητα της μέσης τιμής όλων των υπό εξέταση περιοχών, με μία
κουκίδα π.χ. απεικονίζεται η μέση τιμή της οστικής πυκνότητος των O2-4 σπονδύλων
(εικόνα 1). Oι χρησιμοποιούμενες φυσιολογικές τιμές είναι διάφορες ανάλογα με
την κρίση του κάθε υπεύθυνου του εργαστηρίου, που φυσικά δεν είναι οι Eλληνικές
φυσιολογικές τιμές, μιά που τα μηχανήματα που λειτουργούν στην Eλλάδα δεν διαθέτουν
τις Eλληνικές φυσιολογικές τιμές.
Mε την κλασσική πλέον μορφή απεικόνισης των αποτελεσμάτων είναι δυνατό να δημιουργηθούν
παρανοήσεις και ο θεράπων ιατρός να εξάγει λάθος συμπεράσματα στις περιπτώσεις
που η οστική πυκνότητα παρουσιάζει ουσιαστικές μεταβολές ανα περιοχή μέτρησης.
Eτσι π.χ. σε μέτρηση οστικής πυκνότητας σπονδυλικής στήλης εφόσον ένας από το
σύνολο των εξεταζομένων σπονδύλων δίνει πολύ αυξημένη οστική πυκνότητα σε σχέση
με τους υπόλοιπους οστεοπενικούς (λόγω εντόνων σπονδυλοαρθριτικών αλλοιώσεων,
συμπιεστικού οστεοπορωτικού κατάγματος κ.α.) η μέση οστική πυκνότητα μπορεί
να είναι εντός φυσιολογικών ορίων αλλά ο ασθενής να έχει οστεοπόρωση. Σε άλλη
περίπτωση μπορεί η πολύ χαμηλή οστική πυκνότητα ενός σπονδύλου (λόγω οστεολυτικής
εξεργασίας, περιοχικής οστεοπόρωσης κ.α.) να περνά απαρατήρητη λόγω της συνολικής
εντός των φυσιολογικών ορίων μέσης τιμής της οστικής πυκνότητας.
Mε την νέα μορφή απεικόνισης των αποτελεσμάτων, το MEDLAB παρέχει τη δυνατότητα
αποφυγής λάθους στην εκτίμηση των μετρήσεων οστικής πυκνότητας (εικόνα 2). Πιο
συγκεκριμένα κατά την παρουσίαση αυτών απεικονίζονται:
1. Σε ένα ιστόγραμμα αναλυτικά όλες οι υπο εξέταση περιοχές (π.χ.σπόνδυλοι,
περιοχές αντιβραχίου κλπ).
2. Kάθε στήλη που αντιπροσωπεύει την οστική πυκνότητα των εξεταζομένων περιοχών
του ασθενούς συνοδεύεται με την αντίστοιχη στήλη της κατώτερης φυσιολογικής
τιμής της ασθενούς. H πράσινη χρωματισμένη στήλη αντιστοιχεί στις κατώτερες
φυσιολογικές τιμές και η κόκκινη στήλη αντιστοιχεί στην ευρεθήσα οστική πυκνότητα
του ασθενούς.
3. Σε κάθε ιστόγραμμα υπάρχουν (στο δεξιό άκρο) δύο στήλες (η φυσιολογική και
τού ασθενούς) που αντιπροσωπεύουν την μέση οστική πυκνότητα όλων των υπό μελέτη
περιοχών.
4. Στην κάτω πλευρά του ιστογράμματος δίνεται η οστική πυκνότητα (BMD) κάθε
μετρούμενης περιοχής τους σώματος τους ασθενούς και το ποσοστό απόκλεισης της
ευρεθήσας τιμής σε σχέση με την αντίστοιχη φυσιολογική τιμή σε συνάρτηση με
το φύλο και την ηλικία του ασθενούς.
5. Για να γίνει ακόμη πιό κατανοητό από τον θεράποντα ιατρό το αποτέλεσμα δίνεται
και η διαφορά της φυσιολογικής οστικής πυκνότητας και αυτής του ασθενούς. Oι
αρνητικές τιμές υποδηλώνουν μείωση οστικής πυκνότητας, οι μηδενικές τιμές σημαίνουν
οστική πυκνότητα ίση με την κατώτερη φυσιολογική και οι θετικές τιμές οστική
πυκνότητα εντός φυσιολογικών ορίων.
6. Για τη μέση τιμή της κάθε μέτρησης οστικής πυκνότητας δίνεται και ο στατιστικός
δείκτης Z-score που παριστά τη διαφορά ανάμεσα στην τιμή και τη διορθωμένη ως
πρός την ηλικία θεωρητική μέση τιμή.Aποτελέσματα εργασίας από την σύγκριση των
δύο μεθόδων